- Ταρπηίου
- Ταρπήιοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ταρπηία — Ρωμαϊκή θεότητα του κάτω κόσμου, που γύρω της δημιουργήθηκε ένας μύθος. Σύμφωνα με τον μύθο αυτό, ήταν κόρη του Ταρπήιου, φρούραρχου του Καπιτώλιου στον πόλεμο των Ρωμαίων εναντίον των Σαβίνων. Μια μέρα βγήκε από το Καπιτώλιο για να πάρει νερό… … Dictionary of Greek